Η δράση των θυρεοειδικών ορμονών

O θυρεοειδής αδένας χρησιμεύει για να παράγει θυρεοειδικές ορμόνες τις οποίες εκκρίνει στην αιματική κυκλοφορία, ώστε να είναι δυνατή η «σύλληψή» τους από συγκεκριμένα κύτταρα σε όλο το σώμα. Τα κύτταρα της περιφέρειας του σώματος, τα οποία θα αντιληφθούν την παρουσία της θυρεοειδικής ορμόνης, διαθέτουν στην κυτταρική τους μεμβράνη μια ειδική ουσία η οποία καθιστά δυνατή την σύνδεση θυρεοειδικής ορμόνης-κυττάρου. Η ουσία αυτή, έχει τον ρόλο του υποδοχέα του περιφερικού κυττάρου (thyroid receptor-TR). Η πρόσδεση του υποδοχέα του περιφερικού κυττάρου με την θυρεοειδική ορμόνη, έχει ως αποτέλεσμα η τελευταία να εισέρχεται στο κύτταρο και να μεταφέρεται στον πυρήνα. Εκεί συνδέεται με άλλες ουσίες υποδοχείς των θυρεοειδικών ορμονών. Τελικό αποτέλεσμα, είναι η μεταβολή του τρόπου λειτουργίας του κυττάρου το οποίο προσαρμόζει τον τρόπο λειτουργίας του, στις καινούργιες συνθήκες.

Σε γενικές γραμμές οι θυρεοειδικές ορμόνες επηρεάζοντας την λειτουργία λειτουργικών ομάδων κυττάρων προκαλούν τα εξής:
1. Αυξάνουν την κατανάλωση οξυγόνου από τους ιστούς, κυρίως στο μυοκάρδιο και το γαστρικό βλεννογόνο.
2. Παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη των οστών και του νευρικού συστήματος στην παιδική ηλικία.
3. Αυξάνουν την απορρόφηση της γλυκόζης από το έντερο και την κατανάλωσή της από τους ιστούς για την παραγωγή ενέργειας.
4. Δρουν στο μεταβολισμό των λευκωμάτων των λιπών και των υδατανθρακών.
      
Ειδικότερα η δράση των θυρεοειδικών ορμονών στα λειτουργικά συστήματα του σώματος, διαπερνά το σύνολο των συστημάτων του σώματος, σύμφωνα με την αρχή, ότι η υπερεπάρκεια θυρεοειδικών ορμονών επιταχύνει όλους τους μηχανισμούς, ενώ η έλλειψη των θυρεοειδικών ορμονών επιβραδύνει όλους τους μηχανισμούς.

Kαρδιαγγειακό σύστημα

Παρατηρείται αυξημένη συσταλτικότητα του καρδιακού μυός με επιτάχυνση του καρδιακού ρυθμού στις περιπτώσεις υπερέκκρισης (ταχυκαρδία, κολπική μαρμαρυγή) και αύξηση της συστολικής αρτηριακής πίεσης («μεγάλης» πίεσης) . Στην περίπτωση έλλειψης των θυρεοειδικών ορμονών παρατηρείται βραδυκαρδία και αύξηση της διαστολικής πιέσεως («μικρής» πίεσης) του ασθενούς.

Kεντρικό νευρικό σύστημα

Έχει αποδειχθεί από πειράματα σε πειραματόζωα ότι η υπολειτουργία του θυρεοειδούς στην γέννηση εμφανίζει σοβαρή καθυστέρηση στην εγκεφαλική και παρεγκεφαλιδική ωρίμανση με συνοδό ελάττωση του μεγέθους και της αγγειοβρίθειας του εγκεφάλου. Ταυτόχρονα στα περιφερικά νεύρα εμφανίζεται ελάττωση της αξονικής πυκνότητας καθώς και στην δενδριτική διακλάδωση.

Aυτόνομο νευρικό σύστημα

Η αυξημένη παρουσία των θυρεοειδικών ορμονών προκαλεί ταχυκαρδία και αυξημένη καρδιακή παροχή μέσω του συστήματος αυτού.

Aναπνευστικό σύστημα

Οι θυρεοειδικές ορμόνες είναι αναγκαίες για την συντήρηση της φυσιολογικής δράσης της υποξείας και της υπερκαπνίας στο αναπνευστικό σύστημα.

Αιμοποιητικό σύστημα

Λόγω αυξημένης απαίτησης των ιστών σε οξυγόνο, αυξάνεται η παραγωγή της ερυθροποιητίνης, προκαλώντας αύξηση του αριθμού των ερυθρών αιμοσφαιρίων και ως εκ τούτου του αιματοκρίτη.

Γαστρεντερικό σύστημα

Η αυξημένη παρουσία θυρεοειδικών ορμονών διεγείρει την κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα, (σημαίνει αύξηση των κενώσεων) και παράλληλα αυξάνεται η απορρόφηση του εντέρου. Η έλλειψη των θυρεοειδικών ορμονών ερμηνεύει την δυσκοιλιότητα.

Μυοσκελετικό σύστημα

Η αυξημένη παρουσία των θυρεοειδικών ορμονών προάγει την μυϊκή συσταλτικότητα, ενώ όσον αφορά στα οστά επιταχύνεται ο οστικός μεταβολισμός προξενώντας την εμφάνιση οστεοπόρωσης. Αδυναμία και εύκολη κόπωση εμφανίζεται στις περιπτώσεις αυξημένων θυρεοειδικών ορμονών αλλά και μειωμένων τιμών των ορμονών αυτών.

Ψυχολογικές διαταραχές

Η υπερέκκριση θυρεοειδικών ορμονών προκαλεί αύξηση του stress, νευρικότητα, ψυχολογική ένταση, ενώ αντιθέτως η έλλειψη των ορμονών προκαλεί διαταραχές του ψυχισμού οι οποίες περιγράφονται με τον όρο βραδυψυχισμός, εννοώντας την συμπτωματολογία ήπιας ή σοβαρού βαθμού κατάθλιψης. Και στις δυο περιπτώσεις εμφανίζεται μείωση της libido.