Γενικά, λαμβανομένου υπ΄όψιν ότι η υπόφυση εκκρίνει έξι ορμόνες, οι παθήσεις της περιχαρακώνονται, είτε στην υπερπαραγωγή μιας ορμόνης, είτε στην υποπαραγωγή μιας ή περισσοτέρων εξ΄αυτών. Το αποτέλεσμα της μιας ή της άλλης περίπτωσης συνδέεται –μέσω του μηχανισμού της παλίνδρομης αλληλορύθμισης – με την προσβολή του αντίστοιχου περιφερικού αδένα (θυρεοειδής αδένας, επινεφρίδιο, όρχις, ωοθήκη), τον οποίο η υπόφυση υπερδιεγείρει προς υπέρμετρη έκκριση ορμονών, ή τον αναστέλλει στην παραγωγή των ορμονών του. Το τελευταίο αυτό στοιχείο, μας οδηγεί στην ερμηνεία των συμπτωμάτων, τα οποία προέρχονται από την υπερέκκριση ή την υποπαραγωγή των ορμονών του περιφερικού αδένα (Τ3, Τ4, κορτιζόλη, τεστοστερόνη, οιστρογόνα, IGF-I). Οι τελικές ορμόνες των περιφερικών αδένων ασκούν την δράση τους στα όργανα-στόχους (αγγεία, καρδιά, πάγκρεας, νεφρά, γαστρεντερικό σωλήνα, αιμοποιητικό, κ.λ.π.) του σώματος ενώ σε περίπτωση μεταβολής της ποσότητάς τους, προκαλούν την εμφάνιση κλινικών συμπτωμάτων.
Στην περίπτωση που η βλάβη της υπόφυσης οφείλεται στην παρουσία διόγκωσής της (λόγω της ύπαρξης ογκόμορφου σχηματισμού σε αυτήν, το αποκαλούμενο αδένωμα), τα συμπτώματα σχετίζονται επιπρόσθετα α).με την συμπίεση του υπερκείμενου οπτικού νεύρου ή των πλευρικών του τουρκικού εφιππίου εγκεφαλικών νεύρων και β). με την συμπίεση της υπόλοιπης υπόφυσης, η οποία δεν δύναται να μετακινηθεί σε άλλο παρακείμενο χώρο, λόγω της συμπίεσης που υφίσταται εντός του φατνίου του τουρκικού εφιππίου, με αποτέλεσμα
την υπολειτουργία της.

019
 Έτσι, στην περίπτωση ύπαρξης αδενώματος στην υπόφυση, παρατηρείται αυξημένη έκκριση της ορμόνης που εκκρίνει το αδένωμα, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται μειωμένη παραγωγή όλων των άλλων ορμονών της υπόφυσης, λόγω της συμπίεσης που ασκείται πάνω της, από το ογκόμορφο αδένωμά της.
Σήμερα, η εισαγωγή στην θεραπευτική, σχετικά νέων φαρμακευτικών ουσιών, δύναται να τροποποιήσει την έκκριση των παραγόμενων ορμονών της υπόφυσης, προδιαγράφοντας την βελτιστοποίηση των κλινικών προβλημάτων του ασθενή, ενώ η μικροχειρουργική αντιμετώπιση (διασφηνοειδική αφαίρεση του αδενώματος), έχει κατορθώσει την ριζική θεραπεία. Σε όλες τις περιπτώσεις, είναι αυτονόητο ότι η διαγνωστική προσέγγιση πρέπει να είναι πλήρως εμπεριστατωμένη και εξατομικευμένη για κάθε περίπτωση ασθενούς, συνυπολογίζοντας τα προκληθέντα προβλήματα σε όλους τους άξονες υπόφυσης-περιφερικοί αδένες-περιφερικοί ιστοί και όργανα-στόχοι.

020

Διασφηνοειδική αφαίρεση αδενώματος υπόφυσης