Αλληλοσχετιζόμενα συμπτώματα και σημεία με άλλες ιατρικές ειδικότητες.

Πολλά έχουν λεχθεί τα τελευταία χρόνια, για τον υπέρμετρο βαθμό εξειδίκευσης στις ιατρικές ειδικότητες, θέμα που διαπερνά κάθετα όλα τα συστήματα υγείας, με τελικό αποδέκτη τον ασθενή. Ο μεγάλος βαθμός εξειδίκευσης των ασκούντων την διάγνωση και την θεραπεία, προήλθε αφ' ενός από τα εξειδικευμένα μέσα μελέτης και αφ' ετέρου από την πληθώρα των πληροφοριών και ανακαλύψεων που φθάνουν καθημερινώς, με τις καινούργιες μεθόδους προσέγγισης της νόσου και της διαφορικής διάγνωσης.

endo1Ποιος όμως είναι ο θεράπων ιατρός του ασθενούς, μιας και ο τελευταίος έχει την ανάγκη της καθοριστικής διάγνωσης και θεραπείας άμεσα; Το να παραπέμπεται ο ασθενής σε διαφορετικούς εξειδικευμένους ιατρούς, εκτός του ότι είναι χρονοβόρο, είναι ψυχοφθόρο και δυστυχώς εις βάρος της υγείας του, αφού ίσως κανένας δεν αναλαμβάνει συνολικά την Ιπποκράτεια ευθύνη του θεραπευτή, για το σύνολο της κλινικής του κατάστασης. Αν και το προαναφερόμενο πρόβλημα δεν αποτελεί κανόνα στον χειρισμό των ασθενών, θα πρέπει να αναγνωρισθεί μια εγγενής δυσκολία στη διάγνωση και στη θεραπεία, λόγω των πολύ ειδικών γνώσεων που απαιτούνται για την αναγνώριση της νόσου και ως εκ τούτου ζητείται η συνεισφορά του ειδικού ιατρού.

Η Ενδοκρινολογία ως επιστήμη, ασχολείται με την ερμηνεία τέτοιων αλληλοσχετιζόμενων στοιχείων με άλλες ειδικότητες. Αναλαμβάνει την θεμελίωση της ερμηνείας δεδομένων, τα οποία προέρχονται από την εξέταση του ασθενούς και αρχικώς φαίνονται ως να μην σχετίζονται μεταξύ τους.
Παράδειγμα τέτοιων σχετικών περιπτώσεων μπορεί να είναι τα ακόλουθα:
Η αρτηριακή υπέρταση, είναι ένα σύμπτωμα που λαμβάνει επιδημικές διαστάσεις. Στην πλειονότητα των νοσούντων, η αιτία είναι τόσο πολυπαραγοντική, ώστε να καθίσταται άγνωστη, οπότε η υπέρταση να χαρακτηρίζεται ως ιδιοπαθής (ιδία πάθηση). Στο υπόλοιπο όμως ποσοστό των περιπτώσεων, το οποίο σε νέους ασθενείς μπορεί να φθάσει και το 45%, η υπέρταση μπορεί να οφείλεται σε λόγους γνωστής αιτιολογίας και συγκεκριμένα ενδοκρινολογικούς. Τέτοιοι λόγοι μπορούν να είναι οι θυρεοειδοπάθειες, η ύπαρξη αδενωμάτων στον φλοιό των επινεφριδίων με συνοδή διαταραχή σε ορμόνες όπως η κορτιζόλη, ή Της αλδοστερόνης, το αδένωμα του μυελού των επινεφριδίων το οποίο υπερεκκρίνει αδρεναλίνη, η υπερέκκριση παραθορμόνης από τους παραθυρεοειδείς αδένες, ενεργά αδενώματα στην υπόφυση του εγκεφάλου κλπ.

Το 8% του γενικού πληθυσμού σχετίζεται με την πλέον γνωστή επιδημική νόσο του σακχαρώδη διαβήτη. Νόσος η οποία οφείλεται στην διαταραχή της έκκρισης και της λειτουργίας της ορμόνης της ινσουλίνης. Η ορμόνη αυτή, εκκρίνεται από το πάγκρεας με στόχο την μείωση των κυκλοφορούντων σακχάρων στο αίμα. Αυτό κατορθώνεται με την είσοδο των σακχάρων του αίματος εντός των κυττάρων όλου του σώματος, άρα την απόσυρση τους από το αίμα. Ως εκ τούτου μπορούν να νοηθούν δυο κύριες διαταραχές που αφορούν την ινσουλίνη. Η ινσουλίνη είτε δεν παράγεται, είτε υπερπαράγεται χωρίς όμως ουσιαστική αποτελεσματικότητα επί της μείωσης των τιμών των σακχάρων μιας και κατά κύριο λόγο είναι ανενεργή. Στην πρώτη περίπτωση λέμε ότι πρόκειται για νεανικό σακχαρώδη διαβήτη ή τύπου 1 που χρήζει επειγόντως χορήγηση ινσουλίνης ενώ στην δεύτερη περίπτωση πρόκειται για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 που αντιμετωπίζεται με φάρμακα από το στόμα. Η μορφή του γεροντικού διαβήτη τύπου 2 (μη ινσουλινοεξαρτώμενος), μπορεί να οφείλεται σε δευτεροπαθή αίτια τα οποία προέρχονται από διατα¬ραχή πολλών ορμονών εκτός της ινσουλίνης, που ως συνέπεια έχουν την διαταραχή της έκκρισης (ή και δράσης) της ινσουλίνης. Οφείλει δηλαδή τη γένεση του σε άλλη προϋπάρχουσα ενδοκρινική νόσο η οποία εκτός των άλλων προβλημάτων προκάλεσε και σακχαρώδη διαβήτη.

Άλλη συχνή περίπτωση είναι αυτή της οστεοπόρωσης. Αν εξαιρέσουμε την περίπτωση της πρωτοπαθούς (εκ του γήρατος) οστεοπόρωσης, υπάρχει μια δωδεκάδα δευτεροπαθών αιτιών που προκαλούν την πόρωση (αρχ.ελλ. πόρος = τρύπα) επί των οστών. Τέτοιες αιτίες είναι η υπερκορτιζολαιμία η οποία είτε προέρχεται από τον αδένα της υπόφυσης είτε από τον αδένα των επινεφριδίων, ή υπερέκκριση του θυρεοειδούς, η υπερέκκριση του παραθυρεοειδούς αδένα, η μείωση των ορμονών του φύλου (είτε πρόκειται για γυναίκα και εκδηλούται με την εμμηνόπαυση, είτε πρόκειται για άνδρα) κ,λ.π. Σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να τονισθεί, ότι η θεραπεία των αρχικών αιτιών, θεραπεύει το τελικό σύμπτωμα, στην περίπτωση της οστεοπόρωσης, ενώ η διερεύνηση της θεωρείται μεθοδολογικά αναγκαία για τον αποκλεισμό (ή μη) πιθανών ενδοκρινολογικών αιτιών, αφού θα θεραπεύσει μαζί και άλλα συνυπάρχοντα συμπτώματα.

Η διαταραχή της λειτουργίας των αδένων των γονάδων (όρχεων ή ωοθηκών) έχει για συνέπεια τις διαταραχές του κύκλου, την στητική δυσλειτουργία, την υπογονιμότητα (αδυναμία σύλληψης), τις μηνορραγίες (αιμορραγίες εκ της μήτρας), την αραιομηνόρροια (καθυστερημένη - αραιή παρουσία εμμήνου ρήσεως), την ανωοθηλακιορηξία (αδυναμία ρήξης του ωοθηλακίου στο μέσον του κύκλου), την γαλακτόρροια κλπ. Τα προαναφερόμενα θεμελιώνουν την γυναικολογική ενδοκρινολογία μιας και αφορούν ορμονοεξαρτώμενες εξελίξεις, γεγονότα δηλαδή που προκύπτουν λόγω μιας συγκεκριμένης ορμονικής βλάβης. Από την εποχή της αρχαιότητος ήταν γνωστό ότι ο κύκλος της γυναίκας και η σύλληψη ήταν φαινόμενα που υφίσταντο την επήρεια κυκλικών διακυμάνσεων (βλέπε «κύκλος»/«περίοδος»), ήτοι αυξομειώσεων επί των τιμών συγκεκριμένων ορμονών του φύλου. Η οποιαδήποτε διαταραχή επί αυτής της κυκλικής διακύμανσης των ορμονών είναι αιτία διαταραχής επί της εμμήνου ρήσεως και της υπογονιμότητος.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να προστεθεί ότι όλες οι ορμόνες του ανθρώπου διέπονται από μια αλληλοσχέση μεταξύ τους, επηρεάζοντας η μια την άλλη. Ως εκ τούτου κάποια διαταραχή π.χ. στον αδένα του θυρεοειδούς προκαλεί διαταραχές επί του κύκλου κλπ. Άρα μπορεί να πρόκειται και για περιπτώσεις διαταραχών κύκλου ή/και σύλληψης με αίτιο που να αφορά άλλον ενδοκρινή αδένα και όχι τις ωοθήκες.

Είναι σε πολλούς γνωστό ότι διαταραχές επί του καρδιακού ρυθμού, όπως η ταχυκαρδία, μπορεί να οφείλεται στον υπερθυρεοειδισμό, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, όπως η κεφαλαλγία, μπορεί να σχετίζεται με την παθολογία της υποφύσεως του εγκεφάλου και των μηνίγγων. Με τον ίδιο τρόπο, μπορούμε να μιλήσουμε και για τα προβλήματα των διαταραχών της όρασης, όπως η διπλωπία και η ημιανοψία, συμπτώματα που μπορούν να σχετίζονται με τον αδένα της υπόφυσης.
Το σύνολο των αλλαγών που αφορούν α) στην διαφοροποίηση των χαρακτηριστικών του φύλου, β) στην σωματική ανάπτυξη των παιδιών και γ) στις τεράστιες αλλαγές του ψυχισμού που θεμελιώνουν την ατομική ψυχολογία του ενήλικα, ονομάζουμε ενήβωση (εφηβεία). Το γεγονός της ενήβωσης διαρκεί περίπου 4-6 έτη και οφείλεται στη δράση ορμονών που για πρώτη φορά εμφανίζονται και ασκούν τα αποτελέσματα τους στο σώμα. Επί αυτών των ορμονών μπορεί να προκύψει βλάβη που να στοιχειοθετεί την εμφάνιση της πρώιμης ή καθυστερημένης ενήβωσης, ενώ ταυτόχρονα αφορά την υπερτρίχωση, την πρώιμη ή καθυστερημένη θηλαρχή, την πρώιμη ή καθυστερημένη εμμηναρχή (πρώτη εμφάνιση εμμήνου ρήσεως) και το κοντό ύψος. Οι προαναφερόμενες διαταραχές εκτιμούνται αρχικώς ως ύποπτες από τους γονείς, επιβεβαιώνονται από τον παιδίατρο και διερευνώνται και αντιμετωπίζονται από τον ενδοκρινολόγο. Σημειωτέον, ότι οι γονείς έχουν ελλιπέστατη ενημέρωση επί των στοιχείων της ενήβωσης, οπότε η παρακολούθηση των παιδιών τους εκτιμείται ως υποτυπώδης, ανήκουσα ίσως στην σφαίρα του μυστικισμού. Ως εκ τούτου, η μη έγκαιρη διάγνωση καθώς και η μη αντιμετώπιση των προβλημάτων των παιδιών, οδηγεί σε μη αναστρέψιμες βλάβες.

Πολλά άλλα συμπτώματα μπορούν να σχετίζονται με ενδοκρινολογικές διαταραχές όπως η κόπωση, η ακμή, η υπερτρίχωση, οι ουρολοιμώξεις, η μειωμένη λίμπιντο (μειωμένη συναισθηματικά σχέση με πράγματα, πρόσωπα και σχέσεις), η πρόσληψη ή η απώλεια βάρους κ.λ.π. ενώ χρήζει ειδικής μνείας η λεπτή σχέση των ενδοκρινολογικών διαταραχών με το σύνολο σχεδόν των ψυχιατρικών νόσων και των διαταραχών του ψυχισμού.


Εκτός των προλεχθέντων συμπτωμάτων, η ενδοκρινολογική προσέγγιση των ασθενών πρέπει να διαφοροδιαγνώσει εργαστηριακά ευρήματα αλληλοσχετιζόμενα με άλλες ιατρικές ειδικότητες. Αναφορικά, μπορεί η αναιμία, η πτώση των λευκών αιμοσφαιρίων, η υπερλιπιδαιμία (αυξημένη τιμή χοληστερίνης & τριγλυκεριδίων), οι διαταραχές των ηλεκτρολυτών (νατρίου/καλίου/ασβεστίου/φωσφώρου) να σχετίζονται με κάποια παθολο¬γική κατάσταση των ενδοκρινών αδένων.

endo2
Sir Lukes Fildes 1891, «Ο ιατρός» Tates Gallery, London

 

Τέλος, πλην όλων των προαναφερομένων για τις λειτουργικές διαταραχές των ενδοκρινών αδένων, πρέπει να υπενθυμίσουμε το κεφάλαιο των ανατομικών βλαβών οι
οποίες παρουσιάζονται επί των αδένων. Αυτές οι ανατομικές βλάβες σχετίζονται με την ύπαρξη καλοηθών ή κακοηθών όγκων. Αρχικά, οι όγκοι πρέπει να διερευνηθούν, όσον αφορά τις ορμόνες που πιθανώς υπερεκκρίνουν και ως εκ τούτου ερμηνεύουν μια πληθώρα συμπτωμάτων σε όλη την περιφέρεια του σώματος. Κατά δεύτερο λόγο, πρέπει να διερευνηθούν, όσον αφορά την καλοήθη ή κακοήθη φύση τους, λαμβανομένου υπ' όψιν ότι οι κακοήθειες των ενδοκρινών αδένων, μπορεί να περιλαμβάνουν περιπτώσεις από τις πιο ήπιες και με άριστη πρόγνωση (πρόγνωση=πορεία στο χρόνο μιας νόσου, εξέλιξη της νόσου), έως τις χείριστες σε πρόγνωση, από όλους τους καρκίνους του ανθρώπου.
Συμπερασματικά, διαφαίνεται ότι πλην της πρωτογενούς σχέσης του ενδοκρινολόγου με τον ασθενή, ο ενδοκρινολόγος επιλύει και διαγνωστικά προβλήματα πολλών ιατρικών ειδικοτήτων, στην προσπάθεια επίλυσης των διαφοροδιαγνωστικών προβλημάτων της παθολογίας του ανθρώπου.